Στο βόρειο τμήμα της Λέσβου και σε απόσταση 1,2 χλμ. από τον οικισμό του Υψηλομετώπου βρίσκονται τα λείψανα τρίκλιτης βασιλική, ο οποίος ήρθε στο φως επί Τουρκοκρατίας από ανθρώπους της περιοχής. Στα ερείπιά της κτίστηκε το 1954 παρεκκλήσι επ’ ονόματι του αγ. Δημητρίου στο οποίο μάλιστα βρίσκονται εντοιχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη της βασιλικής, ενώ διακρίνονται παράλληλα σπαράγματα του ψηφιδωτού δαπέδου.
Ο ναός και τα ψηφιδωτά του χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 6ου αι. μ.Χ., όπως μαρτυρούν τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Οι επιστάμενες ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν το 1928 με επικεφαλής τον καθηγητή Α. Ορλάνδο, ο οποίος έκανε και τις επίσημες δημοσιεύσεις.
Η βασιλική, ορθογωνίου σχήματος, είναι κτισμένη με γρανιτικούς λίθους και ασβεστοκονίαμα. Εξωτερικά στη νοτιοδυτική γωνία διαμορφώνεται πρόπυλο, ενώ κατά τη βορειοανατολική διακρίνεται πρόσκτισμα, του οποίου η χρήση δεν είναι σαφής. Στα δυτικά δε υπάρχει νάρθηκας. Η επικοινωνία του ναού με τον εξωτερικό χώρο ήταν δυνατή μέσω των τεσσάρων θυραίων ανοιγμάτων του νάρθηκα και των δύο εισόδων στη βόρεια και νότια πλευρά του ναού.
Δύο κιονοστοιχίες από έξι κίονες εκάστη βαίνουν με τη μεσολάβηση υποβάθρων σε στυλοβάτη. Κατά την επισκευή του ναού αφαιρέθηκε το ανωτέρω τμήμα του και ενδιάμεσα διαστήματα των κιόνων έκλεισαν με θωράκια. Οι αρράβδωτοι κίονες, οι ιωνικές βάσεις και τα κιονόκρανα είναι κατασκευασμένα από γρανίτη. Τα κιονόκρανα υπάρχουν δε δύο μεγέθη γεγονός που δηλώνει ότι τα μικρότερα προέρχονται από γυναικωνίτη και υπερώα.
Το δάπεδο του ναού καλυπτόταν με ψηφιδωτό, του οποίο μέρος έχει αποκαλυφθεί στο προ της κόγχης του ιερού τμήμα. Σε μεταγενέστερη φάση, λόγω της φθοράς του ψηφιδωτού, το δάπεδο καλύφθηκε με πλακόστρωση απ’ την οποία διακρίνονται ίχνη από τις βάσεις των κιόνων του τέμπλου. Το τμήμα του ψηφιδωτού αποτελεί κλειστό και συμμετρικό σύνολο. Η παράσταση αποτελείται από επί μέρους διάχωρα και παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία διακοσμητικών μοτίβων∙ γεωμετρικά σχέδια και ζωικές παραστάσεις. Το ψηφιδωτό κατασκευάστηκε όταν πρεσβύτερος του ναού ήταν ο Παππίκιος, όπως πληροφορεί η σχετική επιγραφή «Υπέρ της ψυχής Παππικίου πρεσβυτέρου». Μια δεύτερη επιγραφή «υπέρ ευχής Ανατολίου και της συμβίου αυτού Τρυφένης και παντός του οίκου αυτού εψήφωσεν το θυσιαστήριον» είναι προβληματική ως προς την χρονολόγησή της.
Το 1956 αποκαλύφθηκε άλλη επιγραφή νοτιότερα του ναού: «Εκτίσθη το Βαλανίον επί υπατίας Φλαβίου Λουκίου δεσποτεύοντος Ευλωγίου του Λαλαγριωνίου επιτροπεύοντος Αυξεντίου». Στο γύρω χώρο εντοπίστηκαν επίσης ερείπια κτισμάτων. Ο Σ. Χαριτωνίδης υποθέτει σύμφωνα με την επιγραφή και τα γύρω κτίσματα ότι η βασιλική ίσως να αποτελούσε καθολικό μοναστηριακού συγκροτήματος.