Η ηφαιστειακή δραστηριότητα πριν από 21,5 με 16,5 εκατομμύρια χρόνια προίκισε τη Λέσβο με σημαντικές θερμές πηγές, φυσικοί πόροι τους οποίους εκμεταλλεύτηκαν οι άνθρωποι στο πέρασμα των χρόνων. Η θέρμανση των νερών συνδέεται με την έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή του βορειοανατολικού Αιγαίου λόγω καταβύθισης της Αφρικανικής λιθοσφαιρικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική. Καθώς η βυθιζόμενη Αφρικανική πλάκα φτάνει σε βάθος δεκάδων χιλιομέτρων, τα πετρώματα του ωκεάνιου πυθμένα της τήκονται. Το ρευστό μάγμα που δημιουργείται είναι ελαφρύτερο από τα γειτονικά υλικά της ασθενόσφαιρας, με αποτέλεσμα να κινείται προς τα πάνω και να φτάνει στην επιφάνεια της γης όπου και σχηματίζει τα μεγάλα ηφαίστεια που συναντώνται σήμερα στη Λέσβο, της Βατούσας, του Λεπέτυμνου, της Άγρας, της Ανεμότιας και του Μεσότοπου.
Σήμερα η καταβύθιση αυτή γίνεται νότια της Κρήτης και τα μεγάλα ηφαίστεια της Λέσβου έχουν πλέον σιγήσει. Όμως, μεγάλες συγκεντρώσεις θερμού μάγματος παραμένουν σε μικρά βάθη κάτω από τη Λέσβο. Αυτές ενεργούν σαν τεράστιοι θερμαντήρες, ζεσταίνοντας το νερό που εισχωρεί μέσα στο φλοιό. Όταν πλησιάσει το μαγματικό θάλαμο, το μετεωρικό νερό θερμαίνεται. Στη συνέχεια βρίσκει διόδους δια μέσου υπαρχόντων ρηγμάτων και ρωγμών και εξέρχεται στην επιφάνεια της γης μέσω των θερμών πηγών. Τα νερά κατά τη διαδρομή τους στο εσωτερικό της γης αποκτούν τα μεταλλικά συστατικά τους στα οποία οφείλεται και η θεραπευτική τους δράση. Όταν αυτό το νερό δροσίζει, τότε δεν μπορεί να διατηρήσει τα ορυκτά σε διάλυμα και έτσι τα επανατοποθετεί. Με τον τρόπο αυτό στην περιοχή της Μήθυμνας (Μόλυβος) δημιουργήθηκαν αποθέσεις αργύρου και μολύβδου, τις οποίες εκμεταλλεύτηκε ο άνθρωπος διανοίγοντας ορυχεία.
Στη Λέσβο οι σημαντικότερες θερμές πηγές βρίσκονται στον Πολιχνίτο, οι θερμότερες της Ευρώπης, το Λισβόρι, τη Θερμή, τον Κόλπο Γέρας, την Εφταλού, η οποία αποτελεί την πιο ραδιενεργή θεραπευτική πηγή της Λέσβου, την Άργενοκαι την Κρυφτή στο Πλωμάρι.